ΟΟΣΑ: Άγγιξαν ταβάνι οι ανισότητες πλούσιων - φτωχών

«Έχουμε φθάσει σ' ένα κρίσιμο σημείο. Οι ανισότητες στις χώρες του ΟΟΣΑ ουδέποτε ήταν τόσο υψηλές από τότε που τις μετράμε» σχολίασε ο γενικός γραμματέας του οργανισμού, Άνχελ Γκουρία, παρουσιάζοντας την έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης στο Παρίσι, έχοντας στο πλάι του την επίτροπο της Ε.Ε. για την απασχόληση Μαριάν Τίσεν.
Η έκθεση καταγράφει τις ανισότητες που έφτασαν σε επίπεδα ρεκόρ στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, επισημαίνει ότι οι ανισότητες είναι ακόμη μεγαλύτερες σε πολλές αναδυόμενες οικονομίες, ενώ αποκαλύπτει το επίμονο χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Σύμφωνα με την έκθεση, στη ζώνη του ΟΟΣΑ που περιλαμβάνει 34 χώρες, το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού έχει εισόδημα 9,6 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10%. Το μέγεθος της δεινότερης θέσης στην οποία έχουν βρεθεί οι φτωχότεροι τα τελευταία χρόνια, φανερώνει το γεγονός ότι τη δεκαετία του 1980 το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού είχε εισόδημα 7,1 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 10% ενώ στη δεκαετία του 2000 έφτασε να είναι 9,1 φορές μεγαλύτερο.
Όπως επισήμανε ο κ. Γκουρία, «καθώς δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα των ανισοτήτων, οι κυβερνήσεις εξασθενούν τον κοινωνικό ιστό στις χώρες τους και θέτουν σε κίνδυνο μακροπρόθεσμα την οικονομική ανάπτυξη» και έδωσε τα στοιχεία που το τεκμηριώνουν καθώς εκτιμάται ότι η αύξηση των ανισοτήτων από το 1985 έως το 2005 στις 19 χώρες του ΟΟΣΑ που αναλύθηκαν ακρωτηρίασε σωρευτικά την ανάπτυξη από το 1990 έως το 2010 κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες.
Η προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών στην απασχόληση, η πρόσβαση σε σταθερές θέσεις εργασίας αλλά και η επένδυση στην παιδεία και την επαγγελματική εκπαίδευση σε όλη τη διάρκεια της ενεργού ζωής περιλαμβάνονται στις συστάσεις του ΟΟΣΑ προς τις κυβερνήσεις ως μέτρα που μειώνουν τις ανισότητες και στηρίζουν την ανάπτυξη.
Ειδικότερα για τις θέσεις εργασίας σημειώνεται ότι μεταξύ του 1995 και του 2013, περισσότερες από τις μισές θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν στις χώρες του ΟΟΣΑ ήταν μερικής απασχόλησης, για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια ή είχαν χαρακτήρα εργολαβίας ενώ αφορούν κυρίως τους νέους καθώς στις περισσότερες από τις μισές προσωρινές θέσεις εργασίας απασχολούνται νέοι κάτω των 30 ετών.
Ακόμη οι γυναίκες, έχουν 16% χαμηλότερες πιθανότητες να αναλάβουν μια θέση που αμείβεται έναντι των ανδρών ενώ οι αμοιβές υπολείπονται κατά 15% από εκείνες των ανδρών.

Οι πιο άνισες χώρες

Ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ οι ανισότητες είναι περισσότερο έντονες στη Χιλή, το Μεξικό, την Τουρκία, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ και λιγότερο έντονες στη Δανία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία και τη Νορβηγία. Επιπλέον ακόμη πιο σημαντικές είναι στις μεγάλες αναδυόμενες οικονομίες, όμως έχουν μειωθεί σε ορισμένες από τις χώρες αυτές, όπως στη Βραζιλία.
Ως ένα ακόμη αποτελεσματικό μέτρο για τη μείωση των ανισοτήτων αναφέρεται η αναδιανομή μέσω της φορολογίας, όμως, όπως επισημαίνει η έκθεση οι μηχανισμοί αναδιανομής εξασθένησαν σε πολλές χώρες τις τελευταίες δεκαετίες παρά το γεγονός ότι η δημόσια πολιτική οφείλει να εγγυάται ότι οι πιο πλούσιοι, αλλά και οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, πληρώνουν αυτό που τους αναλογεί σε φόρους.

Η κρίση διευρύνει την ανισότητα

Τα στοιχεία της τελευταίας έρευνας του ΟΟΣΑ φανερώνουν ακόμη κάτι που είναι ήδη γνωστό: πως η οικονομική κρίση έχει διευρύνει τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες.
Εστιάζοντας στην Ιταλία, η έκθεση καταδεικνύει ότι το 1% του πληθυσμού της χώρας κατέχει το 14,3% του εθνικού πλούτου, ενώ το 40% των φτωχότερων πολιτών κατέχει μόνον το 4,9%. Κι αν συνυπολογιστεί το πλουσιότερο 5% του ιταλικού πληθυσμού τότε αυτό φτάνει να κατέχει το 32,1% του εθνικού πλούτου.
Επίσης, από το 2007 η οικονομική κρίση είχε ως συνέπεια το φτωχότερο 10% του πληθυσμού να χάσει το 4% του εισοδήματός του ενώ, αντίθετα, το πλουσιότερο 10% απώλεσε μόνον το 1% των συνολικών απολαβών του.
Σε ότι αφορά τις θέσεις εργασίας σημειώνεται ότι το 26,6% των Ιταλών εποχικών και έκτακτων υπαλλήλων βρίσκεται κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας, ποσοστό που περιορίζεται στο 5,4% για τους μόνιμους υπαλλήλους. Επιπλέον αν υπολογισθεί ότι οι απολαβές των μονίμων υπαλλήλων αγγίζουν σε σχετική κλίμακα τις εκατό μονάδες, εκείνες των εποχικών και έκτακτων εργαζομένων, δεν ξεπερνούν τις πενήντα επτά μονάδες.
Η έκθεση του ΟΟΣΑ επισημαίνει ακόμη ότι από το σύνολο αυτών που το 2008 απασχολούνταν σε έκτακτη εργασία, πέντε χρόνια αργότερα μόνον το 26% είχε καταφέρει να βρει μια μόνιμη απασχόληση.

Οικονομία, covid business , ενεργειακή κρίση- Με τον Ζάκη Πολυζωίδη