Πλειστηριασμούς άμεσα ζητεί η τρόικα

Τεράστιο πρόβλημα για το υπουργείο Οικονομικών και συνολικά για την κυβέρνηση αποτελεί η απαίτηση της τρόικας για επιτάχυνση των πλειστηριασμών των ακινήτων των οφειλετών του Δημοσίου προκειμένου να ανακοπεί η αυξητική πορεία των ληξιπρόθεσμων χρεών, που έχουν φτάσει στο ποσό των 66,4 δισ. ευρώ.
Στο τελευταίο, επικαιροποιημένο μνημόνιο, που εκδόθηκε μετά τον έλεγχο του περασμένου Μαρτίου, εντάχθηκε (ξανά) η δέσμευση της ελληνικής πλευράς για την αλλαγή του πλαισίου διεκδίκησης των ληξιπρόθεσμων χρεών, με ορισμό της τιμής εκκίνησης των ακινήτων που εκπλειστηριάζονται στο 1/3 της αντικειμενικής αξίας.
Αποτελεί μια δύσκολη υπόθεση
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, επιδιώκει να αυξήσει την τιμή εκκίνησης σε σχέση με τις απαιτήσεις των ελεγκτών, αλλά σε κάθε περίπτωση αποτελεί μια δύσκολη υπόθεση, με τεράστιες κοινωνικές επιπτώσεις, δεδομένου ότι οι οφειλέτες του Δημοσίου με ληξιπρόθεσμες οφειλές ξεπερνούν τα 3.000.000.
Ειδικότερα, με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο το Δημόσιο δρομολογεί την κατάσχεση ακινήτων των φορολογουμένων που έχουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο.


Αύξηση του αριθμού δόσεων, από τις 12 που είναι σήμερα, σε 48 ή ακόμα και 24 σχεδιάζει να προτείνει η κυβέρνηση στους εκπροσώπους των δανειστών προκειμένου να διευκολυνθούν στην εξόφληση των χρεών τους οι οφειλέτες του Δημοσίου.
Στη συνέχεια προχωρεί στον εκπλειστηριασμό των ακινήτων του οφειλέτη, όπου βάσει νόμου του 2008 η ελάχιστη τιμή εκκίνησης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη από την αντικειμενική αξία. Αυτό, όμως, δημιουργεί πρόβλημα, λόγω της στρέβλωσης που δημιουργούν η ίδια η κυβέρνηση και η τρόικα, καθώς διατηρούν σε επίπεδα υψηλότερα των αγοραίων τιμών τις αντικειμενικές τιμές. Στο πλαίσιο αυτό, επειδή οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων είναι κατά πολύ υψηλότερες από τις εμπορικές τιμές, οι πλειστηριασμοί κηρύσσονται άγονοι.
Ο ισχύων νόμος προβλέπει πως αν πραγματοποιηθούν δύο άγονοι πλειστηριασμοί, η εφορία μπορεί να ζητήσει μέσω του δικαστηρίου τη μείωση της τιμής εκκίνησης του ακινήτου που βγαίνει στο σφυρί.
Οι ελεγκτές όμως εκτιμούν ότι η διαδικασία αυτή είναι «χρονοβόρα και πολυδάπανη», με αποτέλεσμα στην πράξη να μη γίνονται πλειστηριασμοί και τελικά το Δημόσιο να μην εισπράττει τα οφειλόμενα.
Κατόπιν αυτών, και με δεδομένη την αυξητική πορεία των ληξιπρόθεσμων προς το Δημόσιο χρεών, η τρόικα ζήτησε επίσπευση των διαδικασιών κατάσχεσης και πλειστηριασμού των ακινήτων.
Εντάχθηκε στο τελευταίο μνημόνιο
Η αλλαγή της διαδικασίας των πλειστηριασμών εντάχθηκε και στο τελευταίο μνημόνιο και η κυβέρνηση πασχίζει τώρα να περιορίσει το εύρος εφαρμογής της.
Συγκεκριμένα, οι ελεγκτές ζητούν το ακίνητο του οφειλέτη του Δημοσίου να εκπλειστηριάζεται με αρχική τιμή εκκίνησης το 1/3 της αντικειμενικής τιμής, ώστε να τραβά το ενδιαφέρον υποψήφιων αγοραστών και το Δημόσιο να εισπράττει το σύνολο ή μέρος των οφειλών.
Δηλαδή, ένα ακίνητο με αντικειμενική αξία, π.χ., 100.000 ευρώ, να έχει τιμή εκκίνησης στον πλειστηριασμό το ποσό των 33.000 ευρώ. Ακόμη, τα προγράμματα πλειστηριασμών θα δημοσιοποιούνται με καταχωρήσεις σε μέσα ενημέρωσης καθώς και στο Διαδίκτυο, και συγκεκριμένα σε ιστοσελίδα που θα δημιουργήσει η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως η σχετική διάταξη θα έπρεπε να νομοθετηθεί, σύμφωνα με το μνημόνιο, μέχρι το τέλος του περασμένου Απριλίου, αλλά λόγω προεκλογικής περιόδου και των αντιδράσεων που θα προκαλέσει καθυστερεί η εφαρμογή της, ενώ βρίσκεται σε διαδικασία διαπραγμάτευσης με την τρόικα, μέσω email, η «έκπτωση» της τιμής εκκίνησης.
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Οικονομικών, η ελληνική πλευρά προτείνει την εναρμόνιση της νομοθεσίας για τις κατασχέσεις ακινήτων από το Δημόσιο με όσα προβλέπει ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, δηλαδή την θέσπιση ελάχιστης τιμής ίσης με τα 2/3 της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, ή εάν μπορέσει να επιτύχει η τιμή εκκίνησης να είναι στο 80% της αντικειμενικής.
Είναι σαφές πως η διαφορά με την απαίτηση των ελεγκτών, που αναγράφεται και στο μνημόνιο, είναι μεγάλη και αποτελεί πεδίο σκληρών διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Επίσης, θα προταθεί ο αρχικός πλειστηριασμός να είναι στο 100% της αντικειμενικής και εάν κηρυχθεί άγονος, το ποσοστό να μειώνεται μέχρι και το 1/3, αλλά χωρίς να απαιτείται δικαστική απόφαση, για λόγους ευελιξίας.
«Κλειδί» τα ανείσπρακτα χρέη προς το Δημόσιο
Η πίεση για τη λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης προέρχεται από την εκρηκτική αύξηση που παρουσιάζουν τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, τα ληξιπρόθεσμα χρέη στο πεντάμηνο του έτους έφθασαν πλέον στα 66,37 δισ. ευρώ, με τις οφειλές να αυξάνονται με ρυθμό πάνω από 1 δισ. ευρώ το μήνα. Από τον Ιανουάριο του 2014 μέχρι και το Μάιο οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές ανήλθαν σε 5,2 δισ. ευρώ. Το μήνα Μάιο τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη ανήλθαν σε 873 εκατ. ευρώ.
Αβεβαιότητα για τα έσοδα
Δεν είναι όμως βέβαιο πως οι κατασχέσεις ακινήτων θα βελτιώσουν την εικόνα των εσόδων, δεδομένου ότι η μη πληρωμή φόρων οφείλεται καθαρά σε οικονομική αδυναμία, αφού έχουν συρρικνωθεί τα εισοδήματα και έχουν αυξηθεί υπέρμετρα οι φόροι.
Επίσης, είναι άγνωστο πώς το Δημόσιο θα καταφέρει να εισπράξει έσοδα από τους πλειστηριασμούς ακινήτων σε μια «νεκρή» κτηματαγορά, αλλά και κατά πόσο θα καλύπτει τις απαιτήσεις του όταν το τίμημα της πώλησης του ακινήτου θα είναι εξαιρετικά χαμηλό.
Προκειμένου δε να μετριάσει τις επιπτώσεις του μέτρου, το υπουργείο Οικονομικών θα ζητήσει από την τρόικα αύξηση του αριθμού των δόσεων, από τις 12 που είναι τώρα, σε 48 ή έστω σε 24, προκειμένου να διευκολυνθούν οι οφειλέτες αλλά και να ανακοπεί η αυξητική τους πορεία.
Mία ρύθμιση θα διευκολύνει
Επίσης, εκτιμά ότι μια νέα ρύθμιση θα διευκολύνει αρκετούς να ρυθμίσουν τα χρέη τους, ώστε να αποφύγουν όλα τα αναγκαστικά μέτρα της εφορίας.
Ταυτόχρονα, υπάρχει έκδηλη ανησυχία στο ΥΠΟΙΚ για περαιτέρω αύξηση των απλήρωτων φόρων από το τέλος Ιουλίου και μετά, όταν θα αρχίσουν να λήγουν τα νέα εκκαθαριστικά σημειώματα για το φόρο εισοδήματος (συν την εισφορά αλληλεγγύης, το τέλος επιτηδεύματος, το φόρο πολυτελούς διαβίωσης) και τον ΕΝΦΙΑ.
Πλασματικές τιμές έως το 2017
Στο μεταξύ, οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα μέχρι και τις αρχές του 2017, επιβαρύνοντας τους φορολογουμένους με υψηλούς φόρους, αφού υπολογίζονται σε πλασματικές αντικειμενικές τιμές.
Η διατήρησή τους στα επίπεδα του 2007 -έτος της τελευταίας αναπροσαρμογής τους- σε συνδυασμό με την πτώση που κατέγραψαν από το 2010 οι αγοραίες τιμές δημιουργεί -εκτός των άλλων- και το πρόβλημα στους πλειστηριασμούς.
Θα παραμείνουν, ωστόσο, στα ίδια επίπεδα μέχρι τις αρχές του 2017, αφού η διαδικασία αναπροσαρμογής τους σκόπιμα είναι χρονοβόρα, ώστε να κερδηθεί χρόνος από το ΥΠΟΙΚ. Ειδικότερα, η διαδικασία που προβλέπει το νέο μνημόνιο είναι:
Σύσταση επιτροπής (μέχρι τον Ιούνιο του 2014) που θα σχεδιάσει το πρόγραμμα αναπροσαρμογής των αντικειμενικών τιμών.
Τον Ιανουάριο του 2015 θα συσταθεί άλλη ειδική ομάδα η οποία θα συλλέξει τις τιμές της αγοράς ακινήτων από διάφορες πηγές, με κύρια πηγή τη βάση δεδομένων που έχει η Τράπεζα της Ελλάδος,ΕΛΛ από τις μεταβιβάσεις των ακινήτων που πραγματοποιούνται μέσω των τραπεζών.
Η ομάδα αυτή θα παραδώσει το πόρισμά της το Σεπτέμβριο του 2015.
Τον Ιανουάριο του 2016 θα συσταθεί μία ακόμα επιτροπή η οποία θα καθορίσει έναν ειδικό δείκτη μεταβολών στις τιμές των ακινήτων.
Τον Ιανουάριο του 2017 θα ισχύσουν οι νέες αντικειμενικές τιμές των ακινήτων, οι οποίες θα είναι κοντά στις εμπορικές τιμές.

Οικονομία, covid business , ενεργειακή κρίση- Με τον Ζάκη Πολυζωίδη